- protonsphere
- протоносфера
English-russian dictionary of physics. 2013.
English-russian dictionary of physics. 2013.
πρωτονιόσφαιρα — η, Ν (μετεωρ. αστρον.) περιοχή τής ανώτερης ατμόσφαιρας τής Γης, κύρια συστατικά τής οποίας είναι το ατομικό υδρογόνο και τα πρωτόνια. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. protonsphere (< πρωτόνιο* + σφαίρα)] … Dictionary of Greek